Αρχική 5 Γαστρονομία 5 Τοπικά προϊόντα

Τοπικά προϊόντα

Είναι οι κατάλληλες κλιματολογικές και εδαφολογικές συνθήκες, το συγκεκριμένο πολιτισμικό και κοινωνικό περιβάλλον και οι τοπικές παραδόσεις στις αγροτικές περιοχές της Λέσβου, που έχουν ευνοήσει την παραγωγή ιδιαίτερων τοπικών προϊόντων, συνεισφέροντας έτσι στην ανάπτυξη του νησιού. Σημαντικό ρόλο σε αυτή την κατεύθυνση διαδραματίζουν συνεργατικές πρωτοβουλίες ανθρώπων που αγαπούν τον τόπο τους έμπρακτα. Τα εγχειρήματα αυτά δεν αποβλέπουν κατά προτεραιότητα στην επιδίωξη του κέρδους αλλά στη δημιουργία ή την ενίσχυση του κοινωνικού δεσμού, μέσα από κοινωνικές καινοτομίες που παράλληλα υπηρετούν το συλλογικό συμφέρον.

Δες όλα τα επαγγέλματα

Ούζο

Το ούζο έχει σχεδόν ταυτιστεί με το νησί της Λέσβου καθώς έχει μια παράδοση 200 ετών και πλέον στην παρασκευή του ούζου. Παρά την παρουσία αλκοολούχων ποτών σε πολλά μέρη της Ελλάδας, το ούζο ακολούθησε τη δική του πορεία και διαχρονικά αναδείχτηκε σε σήμα κατατεθέν του Έλληνα.

Το ούζο παράγεται από αιθυλική αλκοόλη, που έχει υποστεί επιπλέον επεξεργασία εμπλουτισμού με αρωματικές ουσίες όπως ο γλυκάνισος, η μαστίχα και διάφορα βότανα , δίνοντας στο απόσταγμα μια πιο αρωματική και ντελικάτη γεύση.

Ούζα εμφιαλωμένα παράγονται σε πολλές περιοχές της Ελλάδας. Την πρώτη θέση ωστόσο, ως προς την ποσότητα, ποιότητα και φήμη την κατέχει το ούζο που παράγεται στη Λέσβο, όπου 17 ποτοποιίες παράγουν εξαίρετα ούζα, καλύπτοντας το 50% της ελληνικής παραγωγής. Από τα πρώτα πέντε επώνυμα ούζα σε πωλήσεις τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, τα τρία προέρχονται από την Λέσβο και είναι το Ούζο Πλωμαρίου Ισιδώρου Αρβανίτου, το Ούζο ΜΙΝΙ Μυτιλήνης και το Ούζο Βαρβαγιάννη.

Κρασί

Τα κρασιά της Λέσβου ήταν ήδη περιζήτητα από την αρχαιότητα. Το κρασί της Μήθυμνας θεωρούνταν το νέκταρ των Ολύμπιων Θεών, ενώ ξεχωριστή θέση κατέχουν τα περίφημα κρασιά της Καλλονής, όπως ο «Πυρραίος Οίνος». Στη Λέσβο το κρασί κοκκινέλι ήταν περιζήτητο. Έρχονταν καΐκια και φόρτωναν μεγάλες ποσότητες κρασιού σε σφραγισμένες στάμνες των έξι οκάδων. Για κάθε στάμνα πλήρωναν μια χρυσή λίρα Τουρκίας. Το έστελναν στην Κωνσταντινούπολη με καΐκια από το Καλό Λιμάνι (Τσαμούρ Λιμάνι). Στο νησί καλλιεργείται επίσης ο μαύρος γλυκός οίνος, μια ποικιλία που καλλιεργείται πάνω στη λάβα που κάποτε δημιούργησε το Απολιθωμένο Δάσος της Λέσβου.  Παρότι τα λίγα οινοποιεία που υπάρχουν στη Λέσβο συγκριτικά με το μεγάλο μέγεθος του νησιού, τα σύγχρονα κρασιά της Λέσβου υπόσχονται να κατακτήσουν οινόφιλους με την ποιότητα, τη διαφορετικότητα και το μοναδικό τους χαρακτήρα.

Ελιά – Ελαιόλαδο

Η ιστορία της ελιάς και του λαδιού στη Λέσβο παρουσιάζει ένα παρελθόν 3000 ετών. Η ελαιόφυτος Λέσβος της αρχαιότητας εξακολουθούσε να παράγει ελαιόλαδο για τοπική κατανάλωση  τόσο κατά τη Βυζαντινή περίοδο όσο και κατά την περίοδο των Γατελούζων. Η εντατικοποίηση της ελαιοκαλλιέργειας έγινε στα τέλη των Οθωμανικών Χρόνων. Σήμερα η Λέσβος χαρακτηρίζεται από εκατομμύρια ελαιόδεντρα που απλώνονται σε συνεχείς ελαιώνες εκτάσεις περίπου 450.000 στρεμμάτων. Η επικράτηση της ελαιοκαλλιέργειας στο νησί βοήθησαν κυρίως οι άριστες καιρικές συνθήκες με την καταπληκτική εναλλαγή των τεσσάρων εποχών.

Το ελαιόλαδο, εξαιτίας των θρεπτικών και βιολογικών του ιδιοτήτων αποτελεί βασικό συστατικό στο διαιτολόγιο των κατοίκων του νησιού. Συγκεκριμένα και όσον αφορά το ελαιόλαδο που παράγεται στο νησί είναι μοναδικό στην Ελλάδα. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι παράγεται από άλλες ποικιλίες ελιάς από αυτές που φύονται στην υπόλοιπη χώρα. Στο νότιο τμήμα του νησιού, κοντά στη Γέρα, κυριαρχεί η κολοβή και στο βόρειο τμήμα η αδραμυτινή. Η πρώτη παράγει λάδι με πιο ήπια γεύση ενώ η δεύτερη λίγο πιο έντονη. Όμως και οι δύο δίνουν ελαφρύ γλυκόπιοτο, πολύ αρωματικό και με μοναδικό χρυσαφένιο χρώμα.

Σαρδέλες Καλλονής

Οι σαρδέλες ή παπαλίνες του κόλπου Καλλονής θεωρούνται οι καλύτερες της Ελλάδας. Διαφέρει από την πελαγίσια σαρδέλα που είναι μεγαλύτερη και πιο σκούρα λόγω του μικρού μεγέθους και του υπόλευκου χρώματος της. Η πολύ ιδιαίτερη και πλούσια γεύση της οφείλεται στο φυσικό φαινόμενο του ευτροφισμού, εξαιτίας των ιδανικών κλιματολογικών συνθηκών που επικρατούν και της μεγάλης απορροής θρεπτικών συστατικών μέσω των ποταμών και χειμάρρων που εκβάλλουν στον κόλπο Καλλονής, ο οποίος χαρακτηρίζεται ως ένα από τα μοναδικά στο είδος τους φυσικά ιχθυοτροφεία παγκοσμίως.  Οι σαρδέλες της Καλλονής παστώνονται στο αλάτι και ενώ άλλα ψάρια πρέπει να μείνουν έτσι για δύο τρεις ημέρες, οι παπαλίνες το πολύ μέσα σε ένα εικοσιτετράωρο, ψήνονται και γίνονται αφράτες και ζουμερές αποτελώντας ιδανικό μεζέ για το μυτιληνιό ούζο. Κάθε χρόνο, οι ντόπιοι την τιμούν με τη Γιορτή Σαρδέλας στη Σκάλα Καλλονής και την απολαμβάνουν είτε παστή είτε ψητή.

Θαλασσινά

Εκτός από την πασίγνωστη σαρδέλα Καλλονής, το νησί παρουσιάζει μεγάλη ποικιλία από φρέσκα ψάρια, όπως κουταβάκι, τρυγόνα, λακέρδα, μπαρμπούνι, μπακαλιάρο, συναγρίδα κ.α. Περιζήτητα είναι επίσης και τα διάφορα οστρακοειδή που αλιεύονται από τους δύο κόλπους της Λέσβου, όπως κυδώνια, καλόγνωμες, στρείδια, χτένια που αποτελούν εκλεκτούς και νόστιμους μεζέδες που τρώγονται έτσι όπως βγαίνουν από τη θάλασσα ωμοί με λεμόνι, ή ψητοί.

Χειροποίητα ζυμαρικά

Το νησί της Λέσβου διαθέτει πλούσια γαστρονομική παράδοση. Ο επισκέπτης του έχει τη δυνατότητα να γευτεί μοναδικές γεύσεις, από ντόπια υλικά τα οποία παρασκευάζονται με μεράκι και αγάπη είτε από τους ίδιους τους Λέσβιους, είτε από τις οικοτεχνίες και από τους γυναικείους συνεταιρισμούς. Στο νησί παράγονται εξαιρετικής ποιότητας ζυμαρικά και συγκεκριμένα οι περίφημες χάχλες Λέσβου. Η χάχλα είναι ένα είδος τραχανά σε μορφή βαρκούλας, με κοκκώδη μορφή, το οποίο παρασκευάζεται από σιτάρι και πρόβειο γάλα. Εκτός από τον τραχανά και τις χάχλες άλλα ζυμαρικά που αξίζει κανείς να δοκιμάσει κατά την επίσκεψη του στο νησί είναι το κους-κους, το κριθαράκι όπου σε κάποια χωριά όπως στο Μεσότοπο, είναι γνωστό ως φιδές. Οι χυλοπίτες ή γιοφκάδες αποτελούν επίσης ένα από τα πλούσια εδέσματα της Λέσβου και φτιάχνονται κυρίως από πρόβειο γάλα και χωριάτικα αυγά. Κατάλληλη περίοδο για την παρασκευή ζυμαρικών αποτελεί το καλοκαίρι, αφού έχει θεριστεί η καινούρια σοδειά του σιταριού και για να έχουν οι οικογένειες απόθεμα για όλη τη χρονιά που έρχεται.

Όσπρια

Στο νησί της Λέσβου τα όσπρια καλλιεργούνται σε περιορισμένες ποσότητες, ωστόσο κατέχουν σημαντική θέση στη κουζίνα των ντόπιων. Ρεβίθια, κουκιά, φασόλια, λαθούρι, φακές διαμορφώνουν την  τοπική γαστρονομία. Το πιο ευρέως γνωστό όσπριο στο νησί, είναι το μικρόκαρπο ρεβίθι Λισβορίου που είναι ιδιαίτερα νόστιμο και εύγεστο και αποτελεί μια από τις καλύτερες φυσικές πηγές πρωτεΐνης μεγάλης βιολογικής αξίας. Τα όσπρια Λισβορίου καταναλώνονται βραστά ή μαγειρευτά, λεμονάτα και χυλωμένα σε σούπες, σε κρύες σαλάτες, τηγανισμένα σε κεφτέδες ή καβουρντισμένα ως ξηρός καρπός (τα γνωστά στραγάλια). Με ρεβίθια μαγειρεύεται και το κισκέκ ή κισκέτσι, τελετουργικό παραδοσιακό λεσβιακό φαγητό που σερβίρεται στα πανηγύρια. Τα κουκιά επίσης μαγειρεύονται συχνά από τις Λέσβιες νοικοκυρές συνοδευόμενα συνήθως με κρεμμύδια, με μάραθο ή άνηθο, λεμόνι και λάδι και αποτελούν εξαιρετικό μεζέ για το ούζο. Στη Μυτιλήνη καλλιεργούνται κουκιά αλλά σε μικρές ποσότητες στα Βατερά, την Ερεσό και τον Πολιχνίτο.  Τέλος, στο νησί καταναλώνονται πολύ και τα φασόλια συνήθως σαν σαλάτα με ξερό κρεμμύδι, λάδι και λεμόνι. Γνωστά για τη νοστιμιά τους είναι τα φασόλια της Κάπης, ενώ καλλιεργούνται ακόμη πριτσικέλια, ασπρομύτικα, μαυρομύτικα, μπαρμπούνια και φραγκοφάσουλα.

Αλάτι

Το αλάτι, σημαντικό συστατικό για τη διατροφή του ανθρώπου, παράγεται σε μεγάλες ποσότητες στη Λέσβο, στις αλυκές της Καλλονής, στο εσωτερικό του ομώνυμου κόλπου και στις αλυκές στη Σκάλα Πολιχνίτου. Το θαλασσινό νερό των αλυκών στη Λέσβο, λόγω της πολύ ισχυρής και μακράς ηλιοφάνειας του έτους, περιέχει πάνω από 77% άλατα και πάνω από 90 μέταλλα και απαραίτητα ιχνοστοιχεία. Αποτελεί ακατέργαστο προϊόν χωρίς συντηρητικά και προσθήκες που χρησιμοποιείται συνήθως από τους ντόπιους για να παστώσουν τις διάσημες σαρδέλες και τα περίφημα αλίπαστά τους. Το φυσικό θαλασσινό αλάτι από τις αλυκές του νησιού, συνοδευόμενο από διάφορα βότανα και μπαχαρικά, προσφέρει ένα πλούσιο άρωμα και μια ιδιαίτερη γεύση στα τοπικά πιάτα και μπορεί να το αναζητήσει κανείς συσκευασμένο σε μικρά γυάλινα βαζάκια στα πωλητήρια των γυναικείων συνεταιρισμών καθώς και στα μικρά μπακάλικα της γειτονιάς.

Τυρί

Η Λέσβος έχει μεγάλη παράδοση στα τυροκομικά της προϊόντα. Η ιδιαίτερη γεύση και ποιότητα τους τα ανάγει σε προϊόντα αναγνωρίσιμα σε διεθνές επίπεδο. Οι ντόπιοι τυροκόμοι και οι τοπικές μονάδες τυροκόμησης, εφαρμόζοντας τις παραδόσεις, τις γνώσεις και τη μαστοριά που πέρασαν και διατηρήθηκαν από γενιά σε γενιά καταφέρνουν να παράγουν εξαιρετικής ποιότητας τυριά. Τρία είδη τυριών προερχόμενα από το νησί της Λέσβου έχουν διακριθεί από τα 20 Π.Ο.Π. τυριά σε όλη την Ελλάδα: Το πρώτο είναι το περίφημο λαδοτύρι Μυτιλήνης, με πιπεράτη γεύση, το οποίο παράγεται από πρόβειο γάλα και αφού ωριμάσει για 3 μήνες και αλατιστεί επιφανειακά, αποθηκεύεται σε βαρέλια με ελαιόλαδο σε χώρο που πληροί τις κατάλληλες συνθήκες θερμοκρασίας. Το δεύτερο είναι το κασέρι, από αιγοπρόβειο γάλα, που χαρακτηρίζεται από την απαλή αλλά γεμάτη γεύση του και το τρίτο είναι η φέτα Π.Ο.Π με την ευχάριστη υπόξινη γεύση της, η οποία τοποθετείται σε μεταλλικά ή ξύλινα δοχεία με άλμη, στις λεγόμενες «βούτες» και ωριμάζει για περίπου 2 μήνες. Οι Μυτιληνιές φέτες παράγονται από μείγμα πρόβειου και κατσικίσιου γάλακτος και ποικίλουν σε σκληρότητα και αψάδα.

Μέλι

Δημοφιλές προϊόν που μπορεί να συναντήσει κανείς σε κάθε σημείο του νησιού είναι το θυμαρίσιο μέλι. Σε άλλα σημεία, επίσης, όπως στο πευκοδάσος Καλλονής παράγεται το γνωστό πευκόμελο ή ανθόμελο, ενώ εντοπίζονται και σπανιότερες ποικιλίες, όπως είναι το μέλι από καστανιά ή ρεικόμελο, από μυρτιά ή ροδοδάφνη, με την εξαιρετική γεύση και το άρωμα τους, που σε συνδυασμό με μια φρεσκοψημένη φέτα ψωμιού, φρούτα εποχής ή ντόπιο γιαούρτι, αποτελούν ένα θρεπτικό και ελαφρύ γεύμα.

Βότανα

Στη Λέσβο τα βότανα και τα αρωματικά φυτά αποτελούν πολύτιμη πηγή τροφής, φαρμάκων και καλλυντικών.  Ενδεικτικά κάποια από τα βότανα που ευδοκιμούν στο νησί της Λέσβου είναι η ρίγανη, το θυμάρι, η λαδανιά, το φασκόμηλο, το μελισσόχορτο, το δεντρολίβανο, η λεβάντα κ.ά. Στο νησί της Λέσβου έχουν καταγραφεί μέχρι τώρα 1580 είδη φυτών όταν σε όλη την Ελλάδα υπάρχουν 5.752. Δεδομένων τούτων, δε θα ήταν παράλογο η Λέσβος να χαρακτηριστεί βοτανικός κήπος. Αρκετές τοπικές επιχειρήσεις έχουν αναλάβει την αξιοποίηση και εμπορεία προϊόντων προερχόμενα από τα αυτοφυή βότανα του νησιού όπου η καλλιέργεια, η συγκομιδή, η αποξήρανση αλλά και η συσκευασία πραγματοποιείται με τον μέγιστο παραδοσιακό και φυσικό τρόπο σε συνεργασία πάντοτε με τους ειδικούς και κάτω από πρακτικές που διέπονται στο σύνολό τους από την νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Γλυκά

Η Λέσβος παρουσιάζει μία ευρεία ποικιλία από παραδοσιακά γλυκίσματα που φτιάχνονται με σπιτικές συνταγές και ομορφαίνουν με το ιδιαίτερο άρωμά τους το σπίτι κάθε Μυτιληνιάς νοικοκυράς. Τα σπιτικά γλυκά του κουταλιού από φρούτα και λαχανικά εποχής ταιριάζουν απόλυτα με τον ελληνικό καφέ στη χόβολη, όπως το συκαλάκι, το γλυκό κυδώνι, το νεράντζι ή το ντοματάκι. Στις γιορτές και ιδιαίτερα σε αρραβώνες και γάμους, σερβίρονται τα αμυγδαλωτά με τα περίτεχνα σχέδια τους ή μπακλαβαδάκια που ξεχωρίζουν από τις καθιερωμένες συνταγές με καρύδι ή φιστίκι καθώς φτιάχνονται από αμυγδαλόψιχα και ανθόνερο προσδίδοντας τους έτσι μια πιο αρωματική γεύση.

Σαπούνι

Εκμεταλλευόμενες την πλούσια ευδοκιμία της ελιάς στο νησί της Λέσβου εδρεύουν σε διάφορα σημεία του νησιού, μονάδες επεξεργασίας τυποποίησης φυσικών σαπουνιών. Πρόκειται για σαπούνια χωρίς πρόσθετα και συντηρητικά, ιδανικά για το πρόσωπο, το σώμα και τα μαλλιά. Αυτά διατίθενται σε διάφορα μεγέθη πλακών και σε ποικιλία αρωμάτων. Λόγω της αγνότητας τους και της φυσικής επεξεργασίας τους είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικά στον καθαρισμό, δεν ερεθίζουν την επιδερμίδα, ούτε προκαλούν αλλεργίες, ενώ είναι κατάλληλα για όλους του τύπους δέρματος. Πέρα από τον καθαρισμό, παρασκευάζονται και σαπούνια για τον αρωματισμό μικρών χώρων όπως ντουλάπια και συρτάρια.

Σύκα

Η Ερεσός είναι ιδιαίτερα γνωστή για τα μεγάλα χοντρόφλουδα πολίτικα σύκα της. Στρέμματα από συκιές εντοπίζονται στον εύφορο Κάμπο Ερεσού. Οι περισσότερες είναι ιδιόκτητες. Τα σύκα της Ερεσού αλλά και αυτά των ποικιλιών Αϊδινίου και πρασινοσυκιάς Λέσβου, είναι γνωστά ήδη από τα παλιά χρόνια και η καλλιέργειά τους δεν διακόπηκε ποτέ στην ευρύτερη περιοχή. Οι νοικοκυρές επιλέγουν να τα σερβίρουν συνήθως αποξηραμένα, σκέτα ή γεμιστά με αμύγδαλα και αρωματισμένα με κανέλα και μοσχοκάρυδο και η ξήρανση τους πραγματοποιείται με φυσικό τρόπο στον ήλιο χωρίς να χρησιμοποιηθεί θειάφισμα.  Ακόμη, μεταποιούν τους καρπούς τους σε μια εξαιρετική μαρμελάδα ή σε ένα είδος πετιμεζιού με ιδιαίτερα πυκνή και βαθιά γεύση, που η Λέσβιοι το αποκαλούν βράσμα. Με το βράσμα φτιάχνουν ένα είδος μπισκότου, γνωστό ως βρασματολούκουμο, που θυμίζει πολύ τα μουστοκούλουρα.